Στον γιατρό από την κούνια
Ο οφθαλμολογικός έλεγχος ή στον γιατρό από την κούνια, από τα πρώτα χρόνια της ζωής ενός παιδιού έχει τεράστια σημασία για την ομαλή οπτική εξέλιξη και λειτουργία στη μετέπειτα ζωή του. Η όραση αναπτύσσεται τα πρώτα 6 χρόνια της ζωής του παιδιού. Επιπλέον, τα παιδιά δεν μπορούν να αντιληφθούν και να εκφράσουν κάποιο πιθανό πρόβλημα.
Πολλά σοβαρά οφθαλμολογικά προβλήματα είναι ασυμπτωματικά. Για όλους τους παραπάνω λόγους, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά τη διεξαγωγή του πρώτου οφθαλμολογικού ελέγχου ρουτίνας σε όλα τα νεογνά, κάτι που ήδη έχει ξεκινήσει στην Ελλάδα εδώ και μία δεκαετία στα μεγάλα ιδιωτικά μαιευτήρια.
Μελέτες που έχουν διεξαχθεί στην Ελλάδα έχουν δείξει ότι το 20% των παιδιών, όταν αυτά ξεκινούν το σχολείο, παρουσιάζουν οφθαλμολογικές παθήσεις, οι οποίες τότε για πρώτη φορά ανακαλύπτονται.
Μελέτες που έχουν διεξαχθεί στην Ελλάδα έχουν δείξει ότι το 20% των παιδιών, όταν αυτά ξεκινούν το σχολείο, παρουσιάζουν οφθαλμολογικές παθήσεις, οι οποίες τότε για πρώτη φορά ανακαλύπτονται.
Η εξέταση στα νεογνά πραγματοποιείται με διόφθαλμη οφθαλμοσκόπηση για να διαπιστώσουμε αν υφίστανται εκ γενετής παθήσεις, όπως ο συγγενής καταρράκτης, το συγγενές γλαύκωμα, το ρετινοβλάστωμα, καθώς και η αμφιβληστροειδοπάθεια της προωρότητας, παθήσεις που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης τις περισσότερες φορές στη νεογνική ηλικία.
Πολύ συχνά τα νεογνά παρουσιάζουν δακρύρροια, εκκρίσεις, ερυθρότητα ή οίδημα των βλεφάρων, τα οποία αποτελούν συχνά ενδείξεις ανεπαρκούς διάνοιξης του ρινοδακρυϊκού συστήματος και χρήζουν άμεσα κατάλληλης θεραπείας.
Ο επόμενος έλεγχος πρέπει να γίνεται στο 2ο έτος της ζωής του παιδιού, οπότε ελέγχεται η ευθυγραμμισμένη θέση των οφθαλμών και η ορθή ανάπτυξη της διόφθαλμης όρασης, που είναι καθοριστική για την απόκτηση στερεοσκοπικής όρασης.
Η ύπαρξη στραβισμού είναι μια αρκετά συνηθισμένη διαταραχή η οποία αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα μπορεί να οδηγήσει σε αδράνεια του ενός οφθαλμού -αμβλυωπία-τεμπέλικο μάτι. Ο στραβισμός τις περισσότερες φορές δεν απαιτεί χειρουργική αντιμετώπιση.
Σ’ αυτήν την ηλικία έχει σχεδόν αναπτυχθεί το οπτικό σύστημα και επομένως γίνεται και αδρός διαθλαστικός έλεγχος για την ύπαρξη μυωπίας, υπερμετρωπίας και αστιγματισμού.
Η μεγάλη διαφορά στη διάθλαση των δύο οφθαλμών, ανισομετρωπία, μπορεί κι αυτή με τη σειρά της να προκαλέσει αμβλυωπία και πρέπει να αντιμετωπιστεί έγκαιρα με κάλυψη του καλού ματιού από αυτή την ηλικία. Ενας άλλος παράγοντας αμβλυωπίας είναι η πτώση βλεφάρου που εμποδίζει την όραση από το ένα μάτι και με την κατάλληλη αντιμετώπιση μπορεί να διορθωθεί.
Εάν το παιδί δεν έχει κάποιο από τα προαναφερόμενα προβλήματα που οδηγούν στην αμβλυωπία, ο επόμενος έλεγχος πρέπει να γίνεται στην ηλικία των 4 ετών, λίγο πριν ξεκινήσει το σχολείο, ώστε να αποκλειστούν και τυχόν μαθησιακά προβλήματα που μπορεί να σχετίζονται με οφθαλμολογικές διαταραχές.
Σ’ αυτήν την ηλικία ελέγχεται αναλυτικά η οπτική οξύτητα σε καθέναν από τους δύο οφθαλμούς, καθώς και η χρωματική αντίληψη. Εχει παρατηρηθεί πως τα αγόρια εμφανίζουν συχνότερα προβλήματα που σχετίζονται με διαταραχές της αντίληψης των χρωμάτων από τα κορίτσια.
Από αυτήν την ηλικία και στο εξής ο έλεγχος θα πρέπει να επαναλαμβάνεται ετησίως έως την ηλικία των δώδεκα ετών και μετά κάθε δύο έτη, εκτός εάν το παιδί διαμαρτυρηθεί νωρίτερα για συμπτώματα, όπως κεφαλαλγίες, μειωμένη ικανότητα ανάγνωσης στον πίνακα ή κόπωση κατά την κοντινή εργασία.
Η ώρα για γυαλιά
Οταν οι διαθλαστικές ανωμαλίες είναι μεγάλες ο γιατρός θα χορηγήσει στο παιδί γυαλιά, τα οποία θα φοράει κατά περίπτωση ανάλογα με τις οδηγίες του. Η υπερμετρωπία συνήθως υπάρχει στα περισσότερα παιδιά από τη γέννηση, λόγω του μικρού αξονικού μήκους του ματιού, και σταθεροποιείται στην ηλικία των 6-7 ετών.
Αντίθετα, η μυωπία αυξάνεται στη σχολική ηλικία και με την ανάπτυξη του παιδιού. Ο αστιγματισμός υπάρχει συνήθως από τη γέννηση με μικρές διαφοροποιήσεις. Δεν έχει αποδειχτεί ότι υπάρχουν παράγοντες που επιβαρύνουν την κατάσταση των ματιών, ωστόσο μια ορθή και ασφαλής απόσταση από την οθόνη τόσο της τηλεόρασης όσο και των υπολογιστών θεωρείται απαραίτητη. Επίσης καλό είναι να αποφεύγεται η μελέτη σε συνθήκες ανεπαρκούς φωτισμού.
Αφού δοθεί η πρώτη συνταγή γυαλιών, έπειτα από τρεις μήνες θα πρέπει να γίνει επανέλεγχος και κάθε 6 μήνες να επαναλαμβάνεται ο έλεγχος της διάθλασης ώστε σε περίπτωση διαφοροποιήσεων να αλλάζουν και τα γυαλιά.
Η επιλογή των γυαλιών πρέπει να γίνεται με κριτήρια αισθητικά ώστε να αρέσουν στο παιδί και να τα φοράει, να είναι ελαφριά για να μη δημιουργούν προβλήματα και οι φακοί να είναι άθραυστοι για την αποφυγή τραυματισμών.
Οι φακοί επαφής προτείνονται πάνω από την ηλικία των 16 ετών λόγω του κινδύνου μολύνσεων, εκτός από κάποιες σπάνιες εξαιρέσεις. Τέλος, και λόγω της εποχής, προτείνεται η χρήση γυαλιών ηλίου και στα παιδιά από την ηλικία του ενός έτους και μετά ώστε να προστατεύονται τα μάτια από τις βλαβερές συνέπειες της υπεριώδους ακτινοβολίας που δρουν αθροιστικά κατά τη διάρκεια της ζωής μας.
Μελέτες που έχουν διεξαχθεί στην Ελλάδα έχουν δείξει ότι το 20% των παιδιών, όταν αυτά ξεκινούν το σχολείο, παρουσιάζουν οφθαλμολογικές παθήσεις, οι οποίες τότε για πρώτη φορά ανακαλύπτονται και πολλές φορές είναι αργά να αντιμετωπιστούν, με αποτέλεσμα τα παιδιά να κινδυνεύουν με χαμηλή όραση σ’ όλη τους τη ζωή. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η όραση μαθαίνεται τα πρώτα έξι χρόνια της ζωής μας.
Επομένως, οι γονείς μπορούν να συμβάλουν στην προστασία της όρασης των παιδιών τους, αρκεί να ακολουθήσουν τους προαπαιτούμενους οφθαλμολογικούς ελέγχους και να τηρήσουν τις οδηγίες του γιατρού τους. Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις οικογενειακού ιστορικού (γλαύκωμα, υψηλή αμετρωπία, αχρωματοψία κ.ά.) που είναι κληρονομικές, ή της γενικότερης υγείας του παιδιού, όπως προωρότητα, διαβήτης κ.λπ., θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή και να ενημερώνεται άμεσα ο οφθαλμίατρος του παιδιού.
* χειρουργοί–οφθαλμίατροι, επιστημονικά υπεύθυνοι στο «ΑΤΤΙΚΟ ΟΦΘΑΛΜΟΛΟΓΙΚΟ» Αμαρουσίου και Νέας Ερυθραίας, αντίστοιχα
Χειρουργός Οφθαλμίατρος
Dr. med. univ. Vienna Ophthalmic Surgeon