Η διαβητική ωχροπάθεια (οίδημα της ωχράς κηλίδας)

Σε ορισμένους πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη παρατηρείται διαφυγή αίματος στη περιοχή της πιο οξείας όρασης, την ωχρά κηλίδα. Αυτό οδηγεί σε οίδημα της ωχράς κηλίδας που μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική μείωση της οπτικής οξύτητας.

Συμπτώματα διαβητικής ωχροπάθειας

Το ύπουλο της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας είναι η έλλειψη σχεδόν συμπτωμάτων στα αρχικά στάδια. Τα αρχικά εμφανιζόμενα μικροανευρύσματα και εξιδρώματα του αμφιβληστροειδούς δεν οδηγούν σχεδόν ποτέ σε υποκειμενικά συμπτώματα. Για το λόγο αυτό, σε περίπου 30% με 35% των ασθενών με διαβήτη τύπου ΙΙ διαγιγνώσκεται η νόσος του σακχαρώδη διαβήτη όταν ήδη έχουν επέλθει οι μεταβολές του αμφιβληστροειδούς. Συχνά η υποψία της ύπαρξης σακχαρώδη διαβήτη ανακαλύπτεται σε μία οφθαλμολογική εξέταση ρουτίνας όπου ο οφθαλμίατρος κατά την εξέταση του βυθού παρατηρεί χαρακτηριστικές μεταβολές των αγγείων και συμβουλεύει τον ασθενή να αναζητήσει τον οικογενειακό γιατρό ή παθολόγο του.

Μόνο όταν η περιοχή της πιο οξείας όρασης, η ωχρά κηλίδα, έχει προσβληθεί παρατηρεί ο ασθενείς πολύ γρήγορα ότι με την όρασή του, κάτι δεν πάει καλά. Η προσβολή αυτής της περιοχής οδηγεί σε μια δραματική πτώση της οπτικής οξύτητας. Ωστόσο, η εμπειρία δείχνει ότι οι μεγαλύτερης ηλικίας ασθενείς δεν αντιλαμβάνονται εύκολα τη σταδιακή απώλεια της όρασης σε αυτό το στάδιο.

Εξετάσεις διαβητικής ωχροπάθειας

Εκτός από την βυθοσκόπηση (έλεγχος του βυθού μετά από ενστάλαξη μυδριατικών κολλυρίων) ανάλογα με το στάδιο της νόσου, απαιτούνται ειδικές εξετάσεις όπως η φλουραγγειογραφεία. Ειδικά πριν την έναρξη της θεραπείας με laser, αυτή είναι υποχρεωτική.

Τα τελευταία χρόνια μία νέα απεικονιστική μέθοδος, η οπτική τομογραφία συνοχής (OCT) έχει γίνει απαραίτητη για την σωστή παρακολούθηση των ασθενών με διαβητική ωχροπάθεια.

Αυτή η μέθοδος είναι ιδιαίτερα κατάλληλη για την ανίχνευση και την αξιολόγηση της εξέλιξης του διαβητικού οιδήματος της ωχράς κηλίδας. Όλες οι μορφές της αμφιβληστροειδοπάθειας παραμένουν ασυμπτωματικές, για τους περισσότερους ασθενείς, για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μόνο στο τελικό στάδιο με τη συμμετοχή της ωχράς κηλίδας, ή μίας αιμορραγίας του υαλώδους, ο ασθενής παρατηρεί μια επιδείνωση της όρασης.

Θεραπεία διαβητικής ωχροπάθειας

Για τη θεραπεία της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας υπάρχουν, ανάλογα με το στάδιο, διαφορετικές προσεγγίσεις. Κοινό χαρακτηριστικό όλων είναι ότι θέτουν ως βασική προϋπόθεση τη σωστή ρύθμιση του σακχάρου και των υπολοίπων νόσων όπως της αρτηριακής υπέρτασης.

 

Μια πραγματική “θεραπεία” της διαβητικής αμφιβληστροειδικής δεν υπάρχει. Παρ’ όλα αυτά, επιτυγχάνεται με τη κατάλληλη θεραπεία και καλό έλεγχο του σακχάρου, η σταθεροποίηση της πάθησης. Σε γενικές γραμμές, όσο νωρίτερα ανιχνευθεί η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και όσο πιο σύντομα ξεκινήσει η κατάλληλη θεραπεία τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες επιτυχίας.

Θεραπεία διαβητικής ωχροπάθειας με laser

Η ένδειξη για άμεση εφαρμογή της θεραπείας με laser είναι η ύπαρξη νεοαγγείωσης ή μεγάλων περιοχών ισχαιμίας του αμφιβληστροειδούς.

Παναμφιβληστροειδική θεραπεία λέιζερ: σε αυτή τη θεραπεία, μέσω του laser μειώνεται το συνολικό εμβαδόν του αμφιβληστροειδούς, ιδιαίτερα η περιφερειακή περιοχή και έμμεσα βελτιώνεται η οξυγόνωση του αμφιβληστροειδούς. Πιθανές παρενέργειες της θεραπείας είναι διαταραχές της χρωματικής αντίληψης και της προσαρμογής στο σκοτάδι. Αν υπάρξουν μεγάλης κλίμακας ουλές αυτό μπορεί να οδηγήσει σε περιορισμό του οπτικού πεδίου.

Εστιακή θεραπεία λέιζερ: Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στην θεραπεία του οιδήματος της ωχράς κηλίδας.

Νέα Θεραπεία anti-VEGF

Στη θεραπεία του διαβητικού οιδήματος της ωχράς κηλίδας έχουν κάνει την εμφάνισή τους νέες θεραπείες, οι οποίες έχουν δείξει θετικές εξελίξεις στη σταθεροποίηση της νόσου. Τα φάρμακα αυτά υπό την μορφή ενέσεων εγχύονται απευθείας στο υαλοειδές σώμα του οφθαλμού (ενδοϋαλοειδικές ενέσεις).

Τα αντί αγγειογενετικά φάρμακα (anti-VEGF).

Αυτά τα φάρμακα μπλοκάρουν την αγγειακή ανάπτυξη άμεσα στον οφθαλμό και μπορεί έτσι να οδηγήσουν σε μείωση του οιδήματος του κεντρικού αμφιβληστροειδούς και σε υποστροφή των νεοαγγειώσεων. Συχνά πρόκειται για επαναλαμβανόμενες ενέσεις, κατά διαστήματα αρκετών εβδομάδων (αναλόγως της κλινικής εικόνας και της οπτικής τομογραφίας συνοχής). Χρησιμοποιούνται φαρμάκα τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί και στη θεραπεία του καρκίνου, όπως : bevacizumab, ranibizumab και pegaptanib.

Χειρουργική αντιμετώπιση διαβητικής ωχροπάθειας.

Σε περίπτωση αιμορραγίας μέσα στο υαλώδες ή αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς, η αφαίρεση του υαλοειδούς (υαλοειδεκτομή) με την απομάκρυνση της αιμορραγίας είναι απαραίτητη. Το υαλοειδές αντικαθίσταται πολλές φορές από αέριο ή σιλικόνη, ώστε να αποφευχθεί μία νέα αιμορραγία και ο αμφιβληστροειδής να παραμείνει κολλημένος. Ενώ κατά τη διάρκεια της επέμβασης πραγματοποιείται συνήθως και θεραπεία με laser.

Η επιτυχής θεραπεία της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας εξαρτάται από την πρώιμη διάγνωση του διαβήτη, την έγκαιρη διάγνωση της αμφιβληστροειδοπάθειας και την κατάλληλη θεραπεία. Με την έγκαιρη θεραπεία η εξέλιξη της νόσου και ως εκ τούτου η απώλεια της όρασης μπορεί να αποφευχθεί. Ο διαβητικός ασθενής πρέπει μία φορά το χρόνο να επισκέπτεται τον οφθαλμίατρο. Αν κατά τη βυθοσκόπηση διαπιστωθούν διαβητικές αλλοιώσεις, οι εξετάσεις πρέπει να επαναλαμβάνονται σε συντομότερα χρονικά διαστήματα (συνήθως κάθε 3-6 μήνες).

Μετάβαση στο περιεχόμενο